Of the men who I am, who we are,
I can’t find a single one;
they’ve disappeared among my clothes,
they have left for another city.
When everything seems to be set
to show me off as intelligent,
the fool I always keep hidden
takes over all that I say.
At other times, I’ sleep
among distinguished people,
and when I look for my brave self,
a coward unknown to me
rushes to cover my skeleton
with a thousand fine excuses.
When a decent house catches fire,
instead of the fireman I summon,
an arsonist bursts on the scene,
and that’s me. What can I do?
What can I do to distinguish myself?
How can I pull myself together?
All the books that I read
are full of dazzling heroes,
always sure of themselves.
I die with envy of them:
and in films full of wind and bullets,
I goggle at the cowboys,
I even admire the horses.
But when I call for a hero,
out comes my lazy old self;
so I never know who I am,
nor how many I am or will be.
I’d love to be able to touch a bell
and summon the real me,
because if I really need myself,
I mustn’t disappear.
While I’m writing, I am far away;
and when I come back, I’ve gone.
I would like to know if others
go through the same things I do,
have as many selves as I have,
and see themselves similarly;
and when I have exhausted this problem
I am going to study so hard
that when I explain myself,
I will be talking geography
Να μάθεις πως όλα περνάνε και όλα αντέχονται. ΟΛΑ Nα μάθεις πως όλα στην ζωή είναι στιγμές. Κράτα τις καλύτερες, μάθε από τις χειρότερες και προχώρα για να φτιάξεις καινούργιες After a while you learn the subtle difference Between holding a hand and chaining a soul, And you learn that love doesn’t mean leaning And company doesn’t mean security. And you begin to learn that kisses aren’t contracts And presents aren’t promises, And you begin to accept your defeats With your head up and your eyes open With the grace of a woman, not the grief of a child, And you learn to build all your roads on today Because tomorrow’s ground is too uncertain for plans And futures have a way of falling down in mid-flight. After a while you learn… That even sunshine burns if you get too much. So you plant your garden and decorate your own soul, Instead of waiting for someone to bring you flowers. And you learn that you really can endure… That you really are strong And you really do have worth… And you learn and learn… With every good-bye you learn.
...γι αυτό και μέσα σε κάθε ζωή υπάρχει πάντα κάτι πιo βαθύ
απ' τον εαυτό της - η ζωή των άλλων.
...η μοναξιά είναι τόσο απέραντη
ώστε έρχονται δυο - δυο για να την υπομείνουν.
Στα πρόσωπά τους οι βαθιές ρυτίδες
είναι τ' αυλάκια που κυλάει ο χρόνος
πέφτοντας αθόρυβα
στην αιωνιότητα.
...κι είναι περίεργο πόσο ψεύτικα φαίνονται καμιά φορά
τα πιo αληθινά πράγματα...
Ήθελε να ζήσει
και δεν υπάρχει άλλος τρόπος ζωής, έξω απ' τη ματαιοδοξία.
Δεν ήξερε,
πως το κλειδί της φυλακής του καθένας το κρατάει στην τσέπη του...
Γιατί οι γυναίκες έχουν προαιώνιους,
μυστικούς δεσμούς με το αίμα
αίμα της ήβης, αίμα της παρθενιάς, αίμα της γέννησης...
...οι πράξεις τρέχουν αίμα
απ' τη δειλία αποκεφαλισμένες...
...αίμα για να γεννηθείς,
αίμα για να πεθάνεις
βαθύ, σα θαύμα, ανθρώπινο αίμα.
...σε τούτο το πανάθλιο ξενοδοχείο
γινόταν το πανάρχαιο μυστήριο της τιμωρίας και της συγχώρεσης...
Γιατί η ζωή είναι ατελείωτη και μπορεί κανείς να ξαναρχίσει
και δυο φορές - να ξαναρχίζει κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή...
Kι είσαι ξέχειλος από ανθρώπινα πεπρωμένα.
...ένα καινούργιο ζευγάρι ανεβαίνει κιόλας τη σκάλα
έτοιμο να ριψοκινδυνέψει την ψυχή του στη μεγάλη
αβεβαιότητα του έρωτα.
Kαι πέρα στο βάθος απλώνεται η πόλη απέραντη, πολύβουη,
κατάφωτη, αμφιθεατρική, σαν ένα αρχαίο, γιγάντιο
στάδιο
όπου οι δειλοί δεν έχουν θέση.
Kι α, ποια άλλη, αλήθεια, πιο απροσμέτρητη λεηλασία
υπάρχει της απρόσιτης αιωνιότητας,
απ' το τραγούδι.
"Aύριο", λες,
και μέσα σ' αυτήν τη μικρή αναβολή παραμονεύει ολόκληρο
το πελώριο ποτέ.
...τους μιλούσε για την ελπίδα και το μέλλον - κι άλλες
τέτοιες βλασφήμιες.
Kαι τ' όνομά του ήταν μεγάλο, σαν οποιοδήποτε
ανθρώπινο όνομα.
Mια ζωή, αλήθεια, μπορεί να τελειώσει στη μέση, μια
άλλη να μην αρχίσει ποτέ...
A, ναι, με τούτο το μικρό κλειδί κει πάνω στο κομοδίνο
τα κορίτσια κλειδώνουν κάθε βράδυ τις εισπράξεις και
τη μνήμη τους
για να μπορούν να ζουν.
Kαι μόνο εκείνη η γυναίκα, θάρθει η αναπότρεπτη ώρα,
μια νύχτα, που θα νιώσει με τρόμο ξαφνικά,
πως στέρησε τον εαυτό της απ' την πιο βαθειά, την πιο μεγάλη ερωτική πράξη
μην αφήνοντας έναν άντρα να κλάψει στα πόδια της.
...κι απ' όλα πιό χειρότερο, όταν όχι η ελπίδα πια, μα κι
αυτός ο ίδιος ο πόνος σου σ' αφήνει.
Kι όπως αργά, μεσάνυχτα, γυρίζαμε στα σπίτια μας
τρεκλίζοντας, δεν ήμασταν μεθυσμένοι. Γυρίζαμε
βαρειοί απ' αλήθειες.
Mα να,
που όπως ύστερ' από καιρό μπαίνει κανείς στο σπίτι που του λήστεψαν, ανοίγουμε δακρύζοντας και
μπαίνουμε
στην Iστορία.
Mα πιο πολύ νοιώσαμε την αδυναμία που κρύβεται
πίσω απ' την κακία.
...είπαμε ψέματα από φόβο
κι ύστερα είπαμε ψέματα, έτσι, απο συνήθεια.
Ή κάποτε είπαμε και την αλήθεια, μα δε μας πίστεψαν.
...σ' αναζητάω
σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας
σ' ένα σπίτι πού ‘πιασε φωτιά.
Kι ο άνεργος που γυρίζει αργά, για να χουν όλοι κοιμηθεί
στο σπίτι...
...να λιχνίζει κι ο κίνδυνος την ψυχή μας και να μένει ότι
πιο άγιο και καθαρό.
...νύχτες υψωμένες ως το άπειρο, κι ακόμα ψηλότερα, ως
τον εαυτό μας,
ωριμάζοντας το απίθανο και το οριστικό.
Ήρεμος και απόμακρος, σα μια πράξη που έγινε
και την ακολουθεί η σιωπή.
...αν η καλοσύνη είναι το χέρι του Θεού πάνω απ' τον κόσμο,
η δικαιοσύνη είναι το πρόσωπο του μεγάλου ανθρώπινου πλήθους
μέσα μας.
Γιατί ο πόνος, ο απέραντος ανθρώπινος πόνος, σ' ανασηκώνει
πάνω απ' τον εαυτό σου...
Kαι τότε καταλαβαίνεις
τους πόνους του απείρου
όταν κοιλοπονούσε τον κόσμο. Kαι τους πόνους της γής
για να γεννήσει ένα στάχυ. Ή τους πόνους ολόκληρης
της αιωνιότητας, για να γεννηθεί κάποτε
ένα τραγούδι.
Kαι μέσα στη φωνή μας τρέμαν όλοι οι αιώνιοι χωρισμοί.
...μη μας στερήσεις ποτέ, ω άγια, γλυκειά ζωή
την αγάπη μας για σένα!
Mα τα χέρια τους είναι τυφλά,
σακατεμένα απ' το βάρος όλων αυτών
που δεν έδωσαν.
...άνθρωποι μικρόψυχοι μέσα στις αρετές τους, κι άλλοι
εξαγνισμένοι απ' τις πελώριες αμαρτίες τους.
...κι ο κάθε πόνος μας είναι μια μυστική, πικρή επιστροφή
στην άγια ταπεινότητα των απλών πραγμάτων...
Δικές μας απαιτήσεις απ' τους άλλους,
ενώ μαντεύαμε κι εκείνων τη μικρότητα
και τη δική μας υστεροβουλία.
Λόγια που τα προμελετήσαμε, μα που όταν
ήρθε η ώρα
δώσαν τη θέση τους σε μια δειλή σιωπή...
...που να πας τότε; πού θα κρυφτείς! Tι την έκανες
την ανεπανάληπτη ζωή σου;
Γιατί στο βάθος, μας βασανίζει ανελέητα η απόγνωση
να χουμε κάτι ολότελα δικό μας...
...κι ο εγωισμός,
είναι κι αυτός ένας απελπισμένος τρόπος
να υπάρξεις.
Mα όστις απωλέσει την ψυχήν αυτού, με τι θέλει
την αντικαταστήσει;
Ω μάνα, Γη!
H σημαία μας είναι αγέρωχη σαν τα φέρετρα
η σημαία μας είναι αναμάρτητη σαν τις μητέρες
η σημαία μας είναι σκληρή σαν το Θεό.
Nάσαι τόσο πρόσκαιρος,
και να κάνεις όνειρα
τόσο αιώνια!
που σε πρόδωσαν και ο ύπνος τους συγχωρούσε»~
Τ. Λειβαδίτης
Ο ύπνος με καταριέταιμήνες τώρα. Οι άνθρωποι πετάνε λόγω της βαρύτητας, η γη
είναι τετράγωνη, ο ουρανός είναι πάντα μαύρος, το καλοκαίρι έρχεται μαζί με τον Ιανουάριο, κι εσύ με νοιάζεσαι. Εγώ
λειτουργώ μόνο με αριθμούς (αγαπημένο το 2) και με προγράμματα. Όλη μου η ζωή
είναι μαθηματικά. Όλα οργανωμένα γύρω από το 2. Oι φίλοι μου με πειράζουν και
ίσως να νευριάζουν λίγο με τα προγράμματά μου. Δεν φταίω εγώ που σήμερα
γράφει βιβλία και τρέξιμο και όχι καφέ και βόλτα.
Tο πρόγραμμά μου τα λέει, με αυτό να θυμώσουν, ,σε αυτό να τα πούνε
μια φορά και να ξεθυμάνουν.Ο ύπνος με καταριέται.Τώρα που έφυγες όλα πρέπει να τα λέω δυο φορές μια
για σένα, μια για μένα. ΟΛΑ ΣΤΟ 2!
Ο ύπνος με καταριέται+Ο ύπνος με καταριέται=2(Ο ύπνος
με καταριέται) =>
Ο ύπνος
με καταριέται(1+1)=2(Ο ύπνος με καταριέται)=>
1+1=2
*Περίπτωση (1): Να
θέλεις τόσο πολύ να κοιμηθείς, τα μάτια σου να κλείνουν, να καίνε, οι αισθήσεις
στους μυείς σου να σε εγκαταλείπουν πρώτα στα πόδια και όλο
να προχωράει αυτή η αίσθηση παράλυσης κι εσύ να μην μπορείς να κοιμηθείς. Το έχεις νιώσει
ποτέ; Γιατί η πλάτη σου ακουμπάει στο στήθος του και τα χέρια του
αγκαλιάζουν τη μέση σου και εσύ να γυρνάς 3 στις 2 να τον κοιτάς, για να
σιγουρευτείς πως αυτή τη φορά είναι αληθινός και δεν είναι πάλι στο όνειρο σου.
Και η μύτη σου να αγγίζει τη δική του και η ανάσα σου να συναντάει την ανάσα του
και να αποκτούν κοινή πορεία. Κι αν ήξερες πως ήταν η τελευταία φορά που τον
έβλεπες δεν θα τον ξυπνούσες το επόμενο πρωί για να σε πάει στο
μάθημα κι αυτός στη δουλειά. Δεν θα ακύρωνες τρεις φορές το ραντεβού σας επειδή
ήσουν κουρασμένη. Δεν θα του έδινες μόνο ένα φιλί, αλλά θα τον φιλούσες μέχρι
να ματώσουν τα χείλη σου. Θα του το λεγες τότε, αφού το ήθελες. Το
ήθελες και δεν το έκανες. Έτσι όπως κάνουμε πάντα. Θέλουμε και δειλιάζουμε ή το
θεωρούμε δεδομένο και αφηνόμαστε στη μοίρα και βρίζουμε τον Δία και τον Κρόνο
που είναι ανάδρομοι.
*Περίπτωση (+1): Να
θέλεις τόσο πολύ να κοιμηθείς, τα μάτια σου να κλείνουν, να καίνε, οι αισθήσεις
στους μυείς σου να σε εγκαταλείπουν πρώτα στα πόδια και όλο
να προχωράει αυτή η αίσθηση παράλυσης κι εσύ να μην μπορείς να
κοιμηθείς. Τοέχεις νιώσει ποτέ;Γιατί οι άνθρωποι
ουρλιάζουν στο δρόμο, και οι σκέψεις σου γίνονται φαντάσματα και στοιχειώνουν το
μυαλό σου και να φοβάσαι τόσο τα όνειρά σου. Και να γυρνάνε πάλι οι
φανταστικοί διάλογοι για να σου τριβελίσουν τα αυτιά, και
οι σκιές να δημιουργούν περισσότερο τρόμο στο σκοτάδι, και τα
παπλώματα να σε πνίγουν, μα να κρυώνεις χωρίς αυτά.
Το έχεις νιώσει ποτέ;+Τοέχεις νιώσει
ποτέ;=2(Το έχεις νιώσει ποτέ;)=>
Το έχεις νιώσει
ποτέ;(1+1)=2(Το έχεις νιώσει ποτέ;)=>
1+1=2
Κι αν δεις και κάθετα
έχουμε: Περίπτωση(1) Περίπτωση(+1)= 2(Περίπτωση)=> Περίπτωση(1+1)=2 (Περίπτωση)=> 1+1= 2 Όλα οργανωμένα γύρω από το 2. Τα είπαμε αυτά.
Ο ύπνος
με καταριέται με απλά μαθηματικά. Όλα είναι μαθηματικά, μην τα
ξαναλέμε, Με πιστεύεις τώρα;Εγώ, τώρα γράφω σε
εμένα για σένα. Καλή φάση. Θα το προσθέσω στο πρόγραμμά μου να το
ξανακάνω κάποια στιγμή. Δεν θα στο στείλω. Αν και ξέρω πως αν θα
στο έστελνα θα με καταλάβαινες τουλάχιστονεσύ. Άλλωστε τι είμαστε, τίποτα νορμάλ για να μην
το κάνεις;
Υ.Γ. Μου έγραψες
προχθές: εγώ+εσύ=2 (1)
Nαι μ' αρέσει το 2, αλλά
αν προσπαθούσαμε και οι 2 ίσως καταφέρναμε να την γράψουμε κάπως έτσι: εγώ+εσύ=1
Κάποιος απ’ τους 2 δεν
ξέρει μαθηματικά αγάπη μου, για αυτό ο καθένας μας τη σχέση (1) θα την λύνει
πάντα μόνος του. Κι ο πιο σωστός… ΚΕΡΔΙΖΕΙ.(τον ύπνο)
Σήμερα διαβάζοντας τυχαία κάποια blogs στο ίντερνετ, ανακάλυψα έναν blogger που περιέγραφε όλες του τις εμπειρίες, τον πόνο, τα παράπονα και την απόγνωση όντας καρκινοπαθής για χρόνια. Aπό ότι συμπέρανα αυτός ο άνθρωπος έχει φύγει από την ζωή, αλλά μέχρι και τις τελευταίες του μέρες διάβαζε βιβλία έγραφε στο blog του, πήγαινε βόλτες και δεν το έβαζε κάτω. Μέχρι την τελευταία του πνοή πάλευε για την ζωή του, ζούσε την ζωή του, με πόνο, πολύ πόνο, ναυτίες και χάπια ζούσε τα πράγματα που τον έκαναν ευτυχισμένο κι ίσως κάποιες φορές που ξεχνιόταν να είχε πραγματικά αυτό που ήθελε. Μια ζωή!
Οι δύο γιαγιάδες μου και ο ένας παππούς μου έχουν φύγει λόγω αυτής της αρρώστιας. Ήμουν πολύ μικρή τότε, σχεδόν δεν καταλάβαινα τι τους συνέβαινε. Θυμάμαι μόνο μια φορά που είχα επισκεφτεί την γιαγιά μου στο νοσοκομείο. Την είδα αδυνατισμένη υπερβολικά, με εξανθήματα σχεδόν σε όλο της το σώμα και πολλά πολλά σωληνάκια και καλώδια γύρω της, αλλά ήταν χαμογελαστή. Ναι ναι αυτό το θυμάμαι καλά. Είχε το κουράγιο και την δύναμη να χαμογελάει. Και πόσο ντρέπομαι Θεέ μου που με την πρώτη αναποδιά εγώ βάζω τα κλάματα, και νευριάζω με όλους, και φωνάζω στην μαμά μου, και κλείνομαι στο δωμάτιό μου, και κλειδώνω και την πόρτα, και πέφτω στο κρεβάτι λες κι είμαι άρρωστη. Aφού δεν είμαι άρρωστη, μια χαρά είμαι.
Και ξέρετε τι άλλο μου είπε; Μου έπιασε γλυκά το χέρι, με φίλησε στο μάγουλο και μου είπε με την γλυκιά της φωνούλα " μην ανησυχείς κοριτσάκι μου, η γιαγιά θα γίνει καλά". Και το πίστευε αληθινά. Και πόσο ντρέπομαι Θεέ μου που σε κάθε τρικλοποδιά εγώ χάνω την πίστη μου για τα πάντα κι αλλάζω. Και μετά με ρώτησε τι φαγητό θέλω να μου κάνει όταν γυρίσει σπίτι κι εγώ της είπα μουσακά. Δεν έχει σημασία που δεν γύρισε και δεν μου τον έκανε, το ήθελε, το εννοούσε. Και πόσο ντρέπομαι Θεέ μου που εμείς λέμε ψέμματα απλά για να αποφύγουμε καταστάσεις, και ζούμε μέτρια, τρέχουμε μέτρια, ερωτευόμαστε μέτρια και κάποια μέρα θα πεθάνουμε κι εμείς και θα έχουμε ζήσει μέτρια.
O μπαμπάς μου ένα βράδυ μου εκμυστηρεύτηκε πως του είχε πει να μας προσέχει, και δεν την ένοιαζε που έφευγε, δεν την ένοιαζε για αυτήν. Tην ένοιαζε μόνο για μας, φοβότανε για μας, για τον πόνο που θα μας προξενήσει. Και να που ο Θεός τελικά δεν πλάθει μόνο εγωιστή τον άνθρωπο. Και πάλι ντρέπομαι που εμείς κάθε μέρα ξεχειλίζουμε αγάπη μόνο για τον εαυτό μας, και κοιτάμε την πάρτη μας, και πληγώνουμε ανθρώπους, και τους αφήνουμε πίσω, και τους πετάμε έτσι απλά έξω από την ζωή μας. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ μέσα σ'αυτήν.
Να ένας ακόμα λόγος που αυτός ο άνθρωπος θα είναι πάντα ο αγαπημένος μου, που με κάθε του στίχο θα συγκινούμαι. Να ένας ακόμα λόγος που θέλω να κλειστώ μέρες ολόκληρες στο δωμάτιο και να ταξιδεύω μέσα από τις λέξεις του. *Σελήνη 20 ημερών-Τάσος Λειβαδίτης(Βιβλίο: "Mικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα") Γεγονότα και πρόσωπα της πιό ωραίας μου ζωής, της φανταστικής, που δεν την έζησα ποτέ και θα την κληροδοτήσω ανέπαφη στους μεταγενέστερους. Και συχνά σχεδίασα ταξίδια στο άγνωστο - θέλω να πω καλύτερα να μη ρωτάει κανείς γιατί ώσπου να γυρίσω εκείνο το βράδυ απ' το συμβολαιογραφείο του θείου Ιάκωβου είχαν όλοι πεθάνει - από τότε περιπλανιέμαι στην τύχη ή αργοπορώ στα δωμάτια φτηνών ξενοδοχείων όπου στενάζει το ανεκπλήρωτο των εραστών,απομεινάρια μοναξιάς κάτω απ' τα έπιπλα, σκιές από φτωχές αμαρτίες. Και συνήθως τα πράγματα που κράτησες στά χέρια σου χάνονταν μυστηριωδώς: σα να 'σουν κάπου αλλού την ώρα που τα χρησιμοποιούσες. Ίσως γι αυτό κι οι αποτυχίες σου δε σε πλήγωσαν ποτέ, αφού βέβαια την ώρα που αποτύχαινες εσύ δεν ήσουν εδώ. Που ήσουν λοιπόν; Και γιατί γύρισες; Στο δρόμο, κάτω απ' τη βροχή, εκείνος ο άγνωστος στεκόταν χρόνια τώρα ακουμπισμένος στο φανοστάτη. Ποιός άγνωστος! Κι οι φλόγες των κεριών τα βράδια που τις σαλεύει μιά πνοή από κάποια πανάρχαιη συγνώμη - ποιόν συγχωρεί; Εγώ, όσο μπορώ να θυμηθώ, στεκόμουν στη μικρή γέφυρα του πατρικού κήπου σε κάποια γέφυρα τέλος πάντων - κι ένιωθα σα να μ' έχουν μυστικά ετοιμάσει να υποδεχτώ τη μητέρα τη μέρα που θα με γεννούσε. Έτσι κι οι εραστές μέσα στην κάμαρα απλώνουν τα χέρια ο ένας στον άλλον ενώ εκείνοι στέκονται έξω, μόνοι. Λοιπόν, τι κάνουμε εδώ και πότε θ' αλλάξει ο κόσμος, γιατί όπως όλοι μας έζησα κι εγώ αφηρημένα - βέβαια αγάπησα τα ιδανικά της ανθρωπότητας αλλά τα πουλιά πετούσαν πιό πέρα (κι αλήθεια κάποτε παιδιά αφήναμε στη μέση τις υπερπόντιες εκστρατείες μας για ν' ανεβάσουμε έν' άρρωστο πουλί στο δέντρο) και τις νύχτες σχεδίαζα έκτακτα δρομολόγια τραίνων για κείνους που άργησαν ή ονειρεύομαι να ζήσω υπέροχα, απερίσπαστος από προσωπικές ευδαιμονίες και στάθηκα πάντα ανυπεράσπιστος μπροστά στους άλλους όπως οι νεκροί έτσι έμαθα τι θα πει αιωνιότητα. Τώρα ανεβαίνω σε μιάν άμαξα απ' αυτές που διασχίζουν τον ύπνο μου και δραπετεύω. Θα με ξαναβρείτε στα ωραιότερα ποιήματα του άλλου αιώνα να νοσταλγώ τον Θεό. Αλλά τις νύχτες παίρνω χάπια και πλαγιάζω νωρίς, όχι για να κοιμηθώ, αλλά για να πάω σε παράξενες συναντήσεις με ανθρώπους που έχασα ή με πρόσωπα αβέβαια, θαμπά, πριν από χρόνια σε κάποιες νύχτες ξαφνικά συναντημένα - και δόξα τω Θεώ δεν κατάλαβα ποτέ τον κόσμο κι αυτό το ρίγος που διατρέχει το σπίτι είναι από πράξεις που αποφύγαμε (και μετανιώσαμε) μεγάλα γεγονότα που χάθηκαν μες στη συντομία των ημερών, σκέψεις υπέροχες που αρκέστηκαν στα δάκρυα και τις νύχτες η πικρή ανάμνηση εκείνων που σε πρόδωσαν και ο ύπνος τους συγχωρούσε. Κι αγάπησα τις λέξεις που με ταπείνωσαν γιατί με ανακαλούσαν σε μιάν άλλη παιδικότητα. Α, έχασα τις μέρες μου αναζητώντας τη ζωή μου. Ώσπου σιγά σιγά όλα σωπαίνουν και μόνο το χαλασμένο πάτωμα τρίζει δυσοίωνα - συλλογιέμαι τους δρόμους έρημους κατά κει που φύγαν τα χρόνια τα θρανία να σαπίζουν κάτω απ' τα παλιά υπόστεγα και το ρολόι πάνω στον κομό χτυπούσε σα μιά πληγή, αλλά γιατί να μας παιδεύουν πράγματα που τα 'χουμε ξεχάσει ενώ τα βράδια η σελήνη έβγαινε απαλά απ' τα σύννεφα φωτίζοντας τα χλωμά χέρια των παιδιών που θα πεθάνουν σε λίγο και τα όνειρα των τρελών που είναι ίσως αθάνατοι - στιγμές που ανοίγεις ένα παράθυρο σα να λύνεις ένα αίνιγμα ή κλείνεις μιά πόρτα σα να συνοψίζεις μιά ζωή. Όμως, εγώ το προαισθανόμουνα ότι αυτή η υπόθεση που άρχισε τόσο αινιγματικά θα τελείωνε εντελώς ανεξήγητα - τι θέλω να πω; μα γιατί οι άνθρωποι να θέλουν πάντα κάτι να πούνε; κι άλλοτε διάβαζα τα γράμματα που είχα γράψει ο ίδιος στον ευατό μου έτσι δε μου 'λειψε ποτέ μιά μικρή ανταπόκριση - θυμάμαι κάποτε που κουρασμένος κάθισα πάνω στη βαλίτσα μου σε κάποιον έρημο σταθμό: περίμενα να περάσει ένα παιδικό τραίνο ή να κατέβει από ένα βασιλικό βαγόνι η αξέχαστη Ρεζεντά γιατί υπήρξα κι εγώ παιδί κι ύστερα νέος κι έκλαψα σε μοναχικά δωμάτια ή στο πάρκο, νύχτες... 'Ω μακρινά πράγματα του κόσμου, δε θα σας γνωρίσουμε ποτέ όμως εσείς είναι που δίνετε αυτό το νόημα στη ζωή μας. Λόγια που δεν τα καταλάβαμε παρά όταν ήταν πια αργά, πράξεις ακατανόητες που εξηγήθηκαν μιά νύχτα σ' έναν εφιάλτη κι ίσως η μεγάλη περιπέτεια μας περίμενε σε μιά πάροδο που δεν της δώσαμε σημασία. Όμως η πραγματικότητα, φίλοι μου, έχει πεθάνει από καιρό, γι' αυτό σαν πέφτει η νύχτα θυμηθείτε με. Και συχνά διέσχισα μεγάλους δρόμους χωρίς να φτάσω ακόμα πουθενά - με το φόβο ότι κάποια στιγμή θα εννοήσω, ίσως γι αυτό ενδίδω εύκολα κι αχ δε θα μάθει ποτέ κανείς ποιός είναι ο προορισμός του, "μα, επιτέλους, τι ζητάς;" με ρωτούσε η εξαδέλφη "να με θυμούνται, εξαδέλφη". Κι αλήθεια πόσοι δε χάθηκαν σε μιά κάμαρα που δεν τους περίμενε κανείς και κοίταξα πίσω απ' τις κουρτίνες μήπως και ξαναβρώ τα παιδικά μου χρόνια ή τα βήματα ενός μοναχικού διαβάτη αργά τη νύχτα μου θύμιζαν πάντα πόσο εφήμεροι είμαστε...Κι η ποίηση είναι σα ν' ανεβαίνεις μιά φανταστική σκάλα γιά να κόψεις ένα ρόδο αληθινό. Ά, πότε θα γυρίσουμε, είναι αργά, φέρτε έν' αμάξι από κείνα τα παλιά που στάθμευαν στις πλατείες των προαστίων ή απ' αυτά που φτιάχνουν οι σκιές τ' απόβραδο κι εγώ γιατί μεγάλωσα στη σκάλα; τι περίμενα; Φωνές μακρινές ακουσμένες στ' όνειρο ή μιά νύχτα ερήμωσης κι η ηδονή να κλαίς σιωπηλά για πράγματα ξεχασμένα απ' όλους ούτε θα ξαναβρούμε εκείνη την εποχή που ζήσαμε ότι καλύτερο είχαμε: τον έρωτα για ένα χρωματιστό βότσαλο, τη μυστική ταφή ενός πουλοιύ ή ένα γράμμα που πήγαμε στο ταχυδρομείο χωρίς διεύθυνση, γιατί ο παιδικός φίλος του καλοκαιριού είχε φύγει ξαφνικά χωρίς να μας ειδοποιήσει, "μα δεν έχω διεύθυνση" είπε ο υπάλληλος - από τότε ξέρεις πως ο κόσμος δεν μπορεί να σου δώσει καμιά βοήθεια. Εξάλλου ήρθε ο καιρός να παραδεχτούμε ότι δεν κάναμε κι εμείς τίποτα σπουδαίο. Άλλα και ποιό είναι το σπουδαίο; Και σε τι θα βοηθούσε; Άνθρωποι που μας ξεγέλασε η τύχη ή μας πρόδωσε τ' όνειρο κι ω μάταιες ελπίδες, πόσο σας αγαπήσαμε έναν καιρό. Σελήνη 20 ημερών απόψε... Πως έφυγαν τα χρόνια!
Και πνίγουμε τα συναισθήματα μας σε αγκαλιές που δεν καινέ.
Και καταπιέζουμε τον ύπνο μας διπλά σε οποίον βρούμε.
Και κοροϊδεύουμε τους πάντες μα πιο πολύ τον εαυτό μας( επιτυχημένα μερικές φορές).~ Ω ρε κάτι μάσκες~
Και εγκαταλείπουμε την προσπάθεια για τα άφταστα.
Και φυσικά ούτε λόγος για τον έρωτα.
Και συνεχίζουμε να κρατάμε σχέσεις από συνήθεια, ανασφάλεια, έτσι να χουμε κάτι να νομίζουμε πως αγαπάμε.~Ω ρε κάτι ηθοποιοί~
Και εθελοτυφλούμε, γεμίζοντας κενά.
Και διώχνουμε ανθρώπους από φόβο, αυτόν τον γαμημένο τον φόβο για όλα και για όλους, μην τύχει και νιώσουμε, μην τύχει και πληγωθούμε, μην τύχει και κλάψουμε, μην τύχει και ξανασυναντήσουμε το μαρτύριο του τελευταίου "αντίο"...ΕΤΣΙ ΚΑΤΑΝΤΗΣΑΜΕ!
Κάθε χρόνο ακριβώς την ίδια στιγμή, λίγο πριν το τέλος
του χρόνου, ντυμένη και έτοιμη για να υποδεχτώ τον επόμενο, κάθομαι μπροστά
στον υπολογιστή μου και γράφω. Όλο λέω ότι θα τα αναρτήσω κάποια
στιγμή, αλλά κατά μία διαβολική σύμπτωση όλα καταλήγουν σε μελόδραμα
και όταν θα τα ξαναδιαβάσω δεν θέλω να θυμάμαι τον χρόνο που πέρασε με τόσο
άσχημα χρώματα. Στην πραγματικότητα όποιος με ξέρει καλά, ξέρει πως έχω αυτό
το ηλίθιο ελάττωμα να γεμίζω τα γραπτά μου με συσσωρευμένη θλίψη. Ε
λίγο αυτό, λίγο η μελαγχολία των γιορτών delete και είμαι βέβαιη πως θα θυμάμαι
τα πάντα λίγο πιο ευχάριστα, ίσως λίγο περισσότερο απ' ότι ήταν στην
πραγματικότητα.
Σήμερα λοιπόν είμαι
πεπεισμένη πως θα γράψω κάτι το οποίο θα θέλω να διαβάσω ξανά
και ξανά και να το διαβάζω ακόμα κι όταν δεν είμαι στα πολύ καλά μου. Η αλλαγή του
χρόνου για μένα είναι μεγάλη υπόθεση γιατί με την εκπυρσοκρότηση των
πυροτεχνημάτων περιμένουμε πάλι να πιστέψουμε στις καινούργιες αρχές, στις νέες
προσπάθειες. Όλα θέλω να είναι υπέροχα απόψε. Τα νύχια μου, τα μαλλιά μου,
το φόρεμά μου, οι άνθρωποι γύρω μου, τα χαμόγελα, οι ευχές. Απόψε
κοιτάω στο τζάκι τις λίστες μου μ' αυτούς που έρχονται και φεύγουν, μ' αυτούς που
μου λείπουν, μ' αυτούς που τους λείπω με εκείνους που έφυγαν και με τούς άλλους
που έδιωξα..Έτσι απλά χωρίς λόγο, έτσι όπως γίνονται όλα. Τέρμα οι
λίστες από δω και πέρα, τέρμα τα ημερολόγια με σβησμένες ημερομηνίες
χωρίς να περιμένω κάτι.
Είναι μια καλή ευκαιρία να κάνουμε μία ανασκόπηση στα όσα ήμασταν, στα όσα
έχουμε γίνει, σε όλα όσα θα μπορούσαμε να είχαμε γίνει. Εγώ δεν θα ήμουν
αυτό που είμαι χωρίς εσένα. Αν δεν σε γνώριζα δηλαδή δεν ξέρω τι θα ήμουν. Και
τώρα δηλαδή ξέρω τι είμαι; Εσύ ξέρεις; Θες να μιλήσουμε για το τι είμαστε; Δεν
θέλεις, ξέρω..Πάλι θα πιεστείς, θα κουραστείς, θα βαρεθεί και δεν το
ξανακάνω αυτό το λάθος. Ναι κομμένα τα λάθη. Δεν γίνεται να αρχίσουμε με λάθη.
Σήμερα είναι η μέρα αναμνήσεων άλλωστε, οι αναμνήσεις μας δεν θα μπορούσαν να
είναι λάθος.
Ας αρχίσουμε με
εμένα λοιπόν. Εγώ δεν ξέρω τι είμαι...Λένε πως
ανήκω σε μία γενιά χωρίς ιδανικά, χωρίς ήθος, μια γενιά των
clubs και του frappe, σε μία γενιά που βρήκε τον δρόμο στρωμένο με
ροδοπέταλα και τα λοιπά και τα λοιπά… Δεν θα πω αν μας αδικούν ή όχι, θα πω πως
εγώ ξέρω παιδιά που κάθε μέρα πασχίζουν για ένα καλύτερο αύριο, πως βλέπω
άφθονα παιδιά στις βιβλιοθήκες, πως βλέπω φιλότιμα παιδιά, πως ξέρω
φοβισμένα παιδιά, πως ξέρω τόσο φοβισμένα παιδιά που έχουν σταματήσει ναονειρεύονται.
Θα πως κι εγώ καμιά φορά φοβάμαι, θα πω πως δεν θέλω να είμαι τόσο επιφυλακτική
με τους ανθρώπους γύρω μου και είναι ένα από τα πράγματα που θα αλλάξω. Δεν
θέλω να μην σου λέω σ' αγαπώ όταν το νιώθω, αλλά το κάνω..Θέλω να πιστεύω στους
ανθρώπους, στο καλό που έχουν μέσα τους, γιατί έχουν όλοι τους ανεξαρτήτως. Εγώ
βέβαια τώρα σου λέω ότι μπορεί να μην ξέρω τι είμαι, ξέρω όμως ότι δεν είμαι
τέλεια και πως όσες πρωτοχρονιές κι αν περάσουν δεν θα γίνω, γιατί στην τελική
δεν με ενδιαφέρει να γίνω. Με ενδιαφέρει να μεγαλώσω όπως πρέπει να μεγαλώσω,
όπως θέλω να μεγαλώσω και να με αγαπάνε για αυτόν ακριβώς το λόγο, επειδή δεν
είμαι τέλεια, επειδή είμαι αδέξια, επειδή γκρινιάζω πολύ, επειδή είμαι
εγωκεντρική επειδή είμαι ισχυρογνώμων, επειδή κλοτσάω στον ύπνο μου, επειδή σε
δαγκώνω όταν με νευριάζεις, επειδή λέω την γνώμη μου επίμονα, επειδή είμαι εγώ!
Για ‘μενα δεν ξέρω αν ήταν άσχημη χρονιά, θα πω όμως ότι ήταν δύσκολη. Άλλαξαν
πολλά πράγματα γύρω μου και κυρίως μέσα μου. Kαι έκλαψα και τα παράτησα και
φίλους έχασα κι ακόμα χάνω. ΑΛΛΑ το γέλιο μου δεν θα ήταν τόσο αληθινό αν δεν
έκλαιγα, η προσπάθεια μου δεν θα δυνάμωνε όλο και πιο πολύ αν δεν τα παρατούσα
και ποτέ μα ποτέ δεν θα ξεχώριζα τους ανθρώπους με Α κεφαλαίο αν δεν
τους έχανα.
Aρκετά όμως με εμένα, ας μιλήσουμε για 'σένα, για σας... Πρέπει να μάθουμε
να λέμε αυτά που σκεφτόμαστε και νιώθουμε ότι κι αν μας κοστίζει. Να έχετε
εμπιστοσύνη στην ζωή, να κάνετε πράγματα για τον εαυτό σας, να πιστεύετε στην
μοναδικότητα σας, να ερωτεύεστε και να το λέτε, να μην φοβάστε τον πόνο της
αποτυχίας. Γιατί κανένας ποτέ δεν πέθανε από θλίψη, η θλίψη και η αποτυχία και
το ξέσπασμα υπάρχουν μόνο και μόνο για να μας βοηθάνε να προχωρήσουμε. Ο πόνος
δεν κρατάει για πάντα και ΌΛΑ ΜΑ ΟΛΑ ΑΝΤΕΧΟΝΤΑΙ(κάπου πρέπει να το έχω
ξαναγράψει αυτό, αλλά είπαμε πως σήμερα γράφω αυτά που θέλω να θυμάμαι).Να μην εγκαταλείπετε
καμία μάχη χωρίς να είστε σίγουροι ότι καταβάλλατε το 100% της προσπάθειας σας.
Να πολεμάτε και να διεκδικείται οτιδήποτε θέλετε μέσα στην ζωή σας, γιατί
τίποτα δεν έρχεται μόνο του και τίποτα δεν είναι δεδομένο. Να εκτιμάτε τους ανθρώπους
που έχετε. Να παραδέχεστε τα λάθη σας και να ζητάτε συγγνώμη, δε είναι ντροπή,
τίποτα δεν είναι ντροπιαστικό μπροστά στους ανθρώπους που ο καθένας μας θεωρεί
πολύτιμους στην ζωή του, γιατί όσο μένουμε τόσο εγωιστάκες,
στενόμυαλοι και κομπλεξικοί κανένα αύριο δεν θα 'ναι καλύτερο και καμιά
καινούργια χρονιά δεν μας σώζει..Είμαι σίγουρη πως όλοι μας έχουμε να θυμόμαστε
κάτι για το οποίο κάναμε μέσα στην χρονιά που φεύγει για το οποίο
είμαστε περήφανοι. Δεν πιστεύω πως με την νέα χρονιά όλα θα λυθούν δια
μαγείας, πιστεύω πάντως πως είναι μια καλή ευκαιρία να αρχίσουμε να δοκιμάζουμε
νέα πράγματα, να αναθεωρήσουμε για άλλα, να θέσουμε προτεραιότητες, να
σκεφτούμε τι και ποιος αξίζει να είναι στην ζωή μας.
10. 9, 8,
7,6,5, 4, 3,2,1...ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ και φιλιά και αγκαλιές και οι γείτονες στο
μπαλκόνι. Ας πιούμε στην υγειά μας, στο 2013. Ας πιούμε στην τρέλα, ας πιούμε
για να ξεχάσουμε, ας πιούμε για να γράψουμε, ας πιούμε στην ευτυχία. Κι η
τελευταία γουλιά πάντα μα πάντα στον έρωτα ,την αγάπη, το πάθος. Χρόνια πολλά σ’
αυτούς που στάθηκαν πλάι μας, σ’ αυτούς που την έκαναν με ελαφριά, σε όλους
εκείνους που έφυγαν σαν κλέφτες από την ζωή μας, σε όλους όσους που είναι πάντα
εδώ, σε αυτούς που πιστέψαμε, σ’ αυτούς που δεν θα ξανά πιστέψουμε. Σε αυτούς που
μας χάσανε και στους άλλους που μας ξεχάσανε. Σε
όλους εκείνους που νομίζαμε ότι μας μοιάζουν αλλά στην πρώτη ευκαιρία απέδειξαν
το αντίθετο, σε όλους εκείνους που νομίζαμε ότι μοιραζόμαστε τον ίδιο ουρανό
αλλά προτίμησαν κάποιον άλλο. ΔΕΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙ! Κάτι πήραμε κι εμείς κι
αυτοί από αυτό, καλή καρδιά να υπάρχει μωρέ.