Ήμουν παιδί και φοβόμουν το σκοτάδι.
Που να φανταστώ πως
μεγαλώνοντας θα φοβάμαι το φως;
Δεν ήξερα.
Ήμουν παιδί, έκλαιγα
στη πρώτη δυσκολία, πονούσα μπροστά σε κάθε ψέμα.
Οι δυσκολίες δεκαπλασιάστηκαν, ο
πόνος έχει γίνει αβάσταχτος και τώρα πονάω μπροστά στην αλήθεια.
Δεν κλαίω. Πια.
Ήμουν παιδί και
φοβόμουν τους ανθρώπους με αρρωστημένο μυαλό.
Τώρα τους αναζητώ
ανάμεσα στο πλήθος.
Ακούω τα μάτια τους,
χορεύω στις λέξεις τους, μιλάω με τη πνοή τους.
Ταιριάζω με το χειρότερο
όλων. Να ζήσω μαζί του, να μάθω την ιστορία του, να μάθω για το πανέμορφο μυαλό του.
Τα πανέμορφα μυαλά ξέρεις, είναι πάντα αρρωστημένα και τα αρρωστημένα μυαλά πάντα πανέμορφα.
Να μου δώσει μαυρίλα,
να του δώσω ψύχρα. Να μου δώσει σκοτάδι, να μη φοβάμαι. Πια.

